ξυλοτρύπανο(ν)

ξυλοτρύπανο(ν)
το прибор для определения возраста деревьев

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "ξυλοτρύπανο(ν)" в других словарях:

  • ξυλοτρύπανο — το (γεωπ·) είδος τρυπάνου που χρησιμοποιείται για την εύρεση τής ηλικίας τών δένδρων, η δενδροτρυπάνη …   Dictionary of Greek

  • ξύλο — Φυτικός ιστός, που σχηματίζει, στον βλαστό και στις ρίζες των φυτών, το ξυλώδες αγγειακό τμήμα των ηθμαγγειωδών δεσμίδων, ή σύστημα των αγωγών αγγείων· με το σύστημα αυτό μεταφέρεται και κυκλοφορεί ο ακατέργαστος χυμός, δηλαδή το νερό και οι… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»